AC/DC

Οι AC/DC  είναι ένα hard rock συγκρότημα,που δημιουργήθηκαν στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας το 1973 από τους Σκωτσέζικης καταγωγής αδερφούς Άνγκους καιΜάλκομ Γιανγκ. Θεωρούνται από τους πρωτοπόρους της hard rock μουσικής μαζί με τους Black SabbathDeep Purple,Led ZeppelinThin Lizzy και άλλους.
Από το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο "High Voltage" το 1975, η πορεία τους στον χώρο της hard rock μουσικής είναι ανοδική με αποκορύφωμα το άλμπουμ "Back In Black" το 1980. Έκτοτε είχαν αρκετά «σκαμπανεβάσματα». Επανήλθαν στην κορυφή το 1990 με το άλμπουμ "The Razor's Edge".
Σημείο αναφοράς πάντως όλα αυτά τα χρόνια είναι οι συναυλίες τους. Από τον Άνγκους Γιανγκ που τρέχει ασταμάτητα στην σκηνή ως την τεράστια φουσκωτή "Rosie" και από τα κανόνια του "For Those About To Rock" ως την καμπάνα του "Hells Bells", οι AC/DC έχουν να επιδείξουν στους φίλους της rock μουσικής ένα απίστευτο θέαμα. Οι AC/DC μετά από απουσία 5 χρόνων (η τελευταία τους συναυλία ήταν στις 21 Οκτωβρίου 2003 στο Λονδίνο) ξεκίνησαν περιοδεία σε όλο τον κόσμο για την προώθηση του τελευταίου τους άλμπουμ που είχε τίτλο "Black Ice", στις 23 Οκτωβρίου του 2008 από τιςΗνωμένες Πολιτείες.
Η Ευρωπαϊκή περιοδεία ξεκίνησε στις 18 Φεβρουαρίου στο Όσλο και τελείωσε στις 30 Ιουνίου στην Γλασκώβη. Μετά επέστρεψαν στις Η.Π.Α. για άλλες 15 συναυλίες ενώ το 2010 τους βρίσκει να επιστρέφουν στην Αυστραλία όπου έδωσαν και εκεί 11 συναυλίες. Μάλιστα έχουν κάνει ρεκόρ πώλησης εισιτηρίων, με 500.000 να εξαφανίζονται μέσα σε 15 λεπτά! Τα εισιτήρια στις περισσότερες πόλεις της περιοδείας τους ήταν sold out.
Στις 28 Μαΐου 2009 βρέθηκαν για πρώτη και μοναδική φορά στην Ελλάδα. Η συναυλία τους έγινε στο Ολυμπιακό Στάδιο - "Σπύρος Λούης" του Αμαρουσίου.

Όνομα

Το όνομα τους σημαίνει εναλλασσόμενο ρεύμα και συνεχές ρεύμα (Alternating Current/Direct Current). Το εμπνεύστηκε η αδερφή τους Μάργκαρετ από την ετικέτα της ραπτομηχανής της.
Παρ' όλο που διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις κατά καιρούς έδιναν άλλες ερμηνείες στην ονομασία τους όπως "Anti-Christ/Dead-Christ" και τους θεωρούσαν σατανιστές, το συγκρότημα πάντα τις διέψευδε.
Ο Μάλκομ Γιανγκ ανέφερε πως έμαθαν από έναν οδηγό ταξί μια διαφορετική ερμηνεία του ονόματός τους, όταν εκείνος αναρωτήθηκε αν τα μέλη του γκρουπ είναιομοφυλόφιλοι, εξηγώντας πως AC/DC σημαίνει επίσης αμφισεξουαλικότητα σε κάποιες χώρες. Στην αρχή σκέφτηκαν να αλλάξουν το όνομά τους, αλλά στη συνέχεια αποφάσισαν πως θα ήταν καλύτερο να το αφήσουν ως είχε και να διαπιστώσουν αν ο κόσμος θα τους μάθαινε μέσω της μουσικής τους.

Ιστορία

Το 1963, οι Ουίλιαμ και Μάργκαρετ Γιανγκ αποφασίσανε να μεταναστεύσουν από την Γλασκώβη της Σκωτίας στην Αυστραλία παίρνοντας μαζί τους τα τέσσερα από τα πέντε παιδιά τους. Τους Τζορτζ, Μάργκαρετ, Μάλκομ και Άνγκους, αφήνοντας πίσω στη Σκωτία τον μεγαλύτερο γιο τους, Άλεξ.
Φίλοι της μουσικής οι Άλεξ και Τζορτζ αποτέλεσαν την αιτία που οι μικρότεροι Μάλκομ και Άνγκους επηρεάστηκαν και θέλησαν να ακολουθήσουν τα βήματα τους.
Ο Άλεξ ήταν μπασίστας στο συγκρότημα Grapefruit ενώ ο Τζορτζ έπαιζε ρυθμική κιθάρα στους Easybeats. Ο δεύτερος μάλιστα ήταν η αφορμή να ασχοληθούν με το rock and roll όταν το συγκρότημα του, την άνοιξη του 1967, έφτασε την πρώτη θέση του αυστραλιανού τσαρτ και τη 16η του αμερικάνικου με το τραγούδι "Friday On My Mind".

Το ξεκίνημα

Τα αδέρφια Μάλκομ και Άνγκους Γιανγκ, μετά την επιτυχία του αδερφού τους αποφασίσανε να παρατήσουν το σχολείο και να ασχοληθούν με την μουσική. Ο Μάλκομ ξεκίνησε να παίζει με τους The Velvet Underground (καμία σχέση με τους γνωστούς The Velvet Underground), ενώ ο Άνγκους στους Kentuckee.
Τον Νοέμβριο του 1973 ο εικοσάχρονος Μάκομ πρότεινε στον 18χρονο αδερφό του, Άνγκους, να τον ακολουθήσει ως βασικός κιθαρίστας του συγκροτήματος που έφτιαχνε και που αποτελούνταν από τους Ντέιβ Έβανς στα φωνητικά, Κόλιν Μπούρτζες στα τύμπανα και Λάρι Βαν Κριντ στο μπάσο.
Τον επόμενο μήνα, παίξανε σε κοινό στην περιοχή Τσέκερς του Σίδνεϊ και μάλιστα την παραμονή πρωτοχρονιάς. Έπαιξαν κομμάτια του Τσακ Μπέρι (από τον οποίο επηρεάστηκαν περισσότερο), των BeatlesRolling StonesFree, όπως και δυο δικά τους κομμάτια. Αυτή ήταν η πρώτη εμφάνιση των AC/DC.
Το πρώτο τους βήμα στην δισκογραφία έγινε με την βοήθεια του αδερφού τους Τζορτζ Γιανγκ και του φίλου του Χάρι Βάντα που μετά την διάλυση των Easybeats έστησαν την δισκογραφική εταιρία "Albert Productions" και αποφασίσανε να ηχογραφήσουν τους AC/DC.
Το πρώτο σινγκλ τους ήταν γεγονός και περιέχει τα κομμάτια "Can I Sit Next To You" και "Rockin’ In The Parlour". Η ηχογράφηση του έγινε τον Φεβρουάριο του 1974 και κυκλοφόρησε στις 22 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς ενώ μερικές ημέρες αργότερα κυκλοφόρησε και το βίντεο κλιπ του "Can I Sit Next To You". Η καθυστέρηση οφείλεται στο γεγονός ότι αλλάξανε πολλοί μπασίστες και ντράμερ όλο αυτό το διάστημα.
Η μεγάλη αλλαγή έγινε όμως στην θέση του τραγουδιστή ένα μήνα μετά την κυκλοφορία του σινγκλ. Οι αδερφοί Γιανγκ απέλυσαν τον Έβανς λόγω του γεγονότος ότι χρησιμοποιούσε μέικ-απ, φορούσε πολύχρωμα κασκόλ και ψηλοτάκουνες μπότες και γενικά το στυλ του είχε επιρροές από glam rock και όχι rock n roll.

Μπον Σκοτ

Ο Μπον Σκοτ το 1979

H αναζήτηση νέου τραγουδιστή δεν κράτησε καιρό. Πριν ακόμη φύγει ο Έβανς, οι αδερφοί Γιανγκ είχαν δοκιμάσει τον μέχρι πρότινος οδηγό τους, Ρόναλντ Μπέλφορντ Σκοτ.
Ο σκωτσέζικης καταγωγής Μπον Σκοτ βρέθηκε στην Αυστραλία σαν μετανάστης με την οικογένεια του, το 1952. Έχοντας εμπειρία από τα συγκροτήματα The Spectors, The Valentines και τους Fraternity δεν δυσκολεύτηκε να πείσει τους αδερφούς Γιανγκ για τις φωνητικές του ικανότητες. Είχε ουρλιαχτό, μελωδία, συναίσθημα και αυτό που εντυπωσίαζε περισσότερο ήταν η σκηνική του παρουσία.
Τον Σεπτέμβριο του 1974, ο 26χρονος Μπον Σκοτ έγινε και επίσημα ο νέος τραγουδιστής των AC/DC και εμφανίστηκε για πρώτη φορά μαζί τους, μερικές ημέρες αργότερα στο Brighton-Le-Sands Masonic Hall του Σίδνεϊ.

Πρώτα άλμπουμ, πρώτες επιτυχίες

Το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, οι AC/DC δούλεψαν πάνω στο πρώτο τους άλμπουμ. Στις ηχογραφήσεις βοήθησε ο Τζορτζ Γιανγκ παίζοντας μπάσο, ενώ στα κομμάτια έπαιξαν επίσης τρεις διαφορετικοί ντράμερ. Οι ηχογραφήσεις κράτησαν μόλις δέκα ημέρες.
Αποφάσισαν όμως πριν βγει στην κυκλοφορία ο δίσκος να έχουν έναν μόνιμο ντράμερ. Έτσι προσελήφθη ο Αυστραλός Φιλ Ραντ με θητεία στους Buster Brown.
Στις 17 Φεβρουαρίου του 1975 κυκλοφόρησε σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία το πρώτο άλμπουμ των AC/DC, με τίτλο "High Voltage". Στις 3 Μαρτίου κυκλοφόρησαν σινγκλ με τα τραγούδια "Love Song" και "Baby Please Don’t Go", το οποίο παρ' όλο που είναι διασκευή του Big Joe Williams έφτασε στο Top-10 των Αυστραλιανών τσαρτ, ενώ τον ίδιο μήνα προσέλαβαν τον μπασίστα Μαρκ Έβανς. Τον Ιούνιο, το "High Voltage" έχει γίνει χρυσό στην Αυστραλία.
Ένα μήνα αργότερα, οι AC/DC μπήκαν στο στούντιο για την ηχογράφηση του δεύτερου άλμπουμ τους και πάλι με παραγωγούς τους Τζορτζ Γιανγκ και Χάρι Βάντα. To "Τ.Ν.Τ." κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 1975 και παράλληλα οι AC/DC υπέγραψαν συμβόλαιο με την "Atlantic Records", ενώ μέχρι τα τέλη του χρόνου το "High Voltage" έχει γίνει τρεις φορές χρυσό και οι AC/DC χαρακτηριζόταν ως το κορυφαίο γκρουπ της Αυστραλίας.
Η επιτυχία συνεχίστηκε αμείωτα κι έτσι ο Ιανουάριος του 1976 βρήκε τους AC/DC και πάλι στο στούντιο για να ηχογραφήσουν το επόμενο τους άλμπουμ. Τον Φεβρουάριο, το "Τ.Ν.Τ.]" έφτασε στο # 2 των τσαρτ της Αυστραλίας και τον Μάρτιο έχει γίνει τρεις φορές χρυσό.
Τον Απρίλιο, το συγκρότημα πήγε στο Λονδίνο για μερικές εμφανίσεις, αλλά τελικά παρέμεινε λόγω της τεράστιας επιτυχίας τους. Έτσι μια νέα έκδοση του "High Voltage" κυκλοφόρησε και στην Αγγλία, περιέχοντας κομμάτια και από το "T.N.T.", τον Μάιο του 1975.
Το καλοκαίρι βρήκε το συγκρότημα σε συναυλίες στην Ευρώπη και τον Σεπτέμβριο κυκλοφόρησε το τρίτο τους άλμπουμ από την "Albert", μόνο στην Αυστραλία. Ο τίτλος του ήταν "Dirty Deeds Done Dirt Cheap", ενώ η ευρωπαϊκή έκδοση του "High Voltage" κυκλοφόρησε και στις Η.Π.Α..
Το Νοέμβριο, το "Dirty Deeds Done Dirt Cheap" κυκλοφόρησε και στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά απορρίφθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί, κυκλοφόρησε τελικά τονΜάρτιο του 1981.

Ο Άνγκους Γιανγκ και ο Μπον Σκοτ το 1979

Τον Ιανουάριο του 1977, οι AC/DC ηχογράφησαν για τελευταία φορά με την "Albert" μέχρι το 2001 (κυκλοφόρησαν στην Αυστραλία άλλη μια έκδοση του "Stiff Upper Lip" που περιείχε και μερικά ζωντανά ηχογραφημένα κομμάτια της τότε περιοδείας τους). Στις 21 Μαρτίου στην Αυστραλία και στις 23 Ιουνίου στις Ηνωμένες Πολιτείες κυκλοφόρησε το "Let There Be Rock".
Τον Μάρτιο του 1977, μετά από διαμάχες με τον Άνγκους Γιανγκ απολύθηκε ο μπασίστας Μαρκ Έβανς και την θέση του πήρε οΆγγλος Κλιφ Ουίλιαμς, ο οποίος είχε ιδρύσει τους Home και είχε παίξει και με τους Bandit.[7] Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς το συγκρότημα έπαιξε για πρώτη φορά στην Νέα Υόρκη.
Με παραγωγούς τους Γιανγκ και Βάντα, τον Φεβρουάριο του 1978, ηχογράφησαν το "Powerage", το οποίο βγήκε στην κυκλοφορία τον ερχόμενο Μάιο.[8] Στις 30 Απριλίου, έγιναν οι ηχογραφήσεις για το πρώτο ζωντανό άλμπουμ τους, το "If You Want Blood (You Got It)", στο "Apollo Theatre" της Γλασκώβης, με το άλμπουμ να κυκλοφορεί το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς.
Οι AC/DC όλο αυτό το διάστημα έπαιξαν ζωντανά με τους Black SabbathREO SpeedwagonKissStyxAerosmithBlue Öyster CultCheap TrickAlice CooperForeignerVan HalenTed NugentUFOThin Lizzy κ.α..
Οι τέσσερις πρώτοι μήνες του 1979, βρήκαν τους AC/DC να δουλεύουν πάνω στο έκτο στούντιο άλμπουμ τους. Ο τίτλος στην αρχή δεν άρεσε στην δισκογραφική εταιρία, αλλά οι αδερφοί Young αποφάσισαν πως η ονομασία του δίσκου δεν θα άλλαζε. Έτσι, στα τέλη Ιουλίου, το "Highway To Hell" (μτφ. Λεωφόρος προς την κόλαση) κυκλοφόρησε σε ολόκληρο τον κόσμο και ήδη στις αρχές τουΑυγούστου ήταν μέσα στο Top-20 σε Μεγάλη Βρετανία και Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι πωλήσεις του άλμπουμ μέχρι τον Οκτώβριοτου 1979 μόνο στις Η.Π.Α. είχαν φτάσει στα 500.000 αντίτυπα.
Ο τίτλος του άλμπουμ, το εξώφυλλο του και τα «κέρατα» του Άνγκους στις συναυλίες έδωσαν το έναυσμα σε διάφορους να πιστεύουν πως οι AC/DC είναι σατανιστές. Το συγκρότημα παρέπεμψε τους επικριτές τους στους στίχους του ομώνυμου κομματιού λέγοντας πως δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα δίσκο αφιέρωμα στις συνεχόμενες συναυλίες και στον σκληρό δρόμο της επιτυχίας μέχρι την κατάκτηση της κορυφής.

Ο θάνατος του «αδελφού»

Οι AC/DC ήταν πάντα υπόθεση οικογενειακή. Όμως, το κοινό στοιχείο της μετανάστευσης από την Σκωτία στην Αυστραλία για τους αδερφούς Γιανγκ και τον Μπον Σκοτ ήταν κάτι που τους είχε δέσει σαν αδέρφια.
Έτσι, το πρωινό της Τρίτης 19 Φεβρουαρίου 1980, η είδηση του θανάτου του Σκοτ έπεσε σαν κεραυνός στο συγκρότημα. Ο Άνγκους ήταν ο πρώτος που το έμαθε και ενημέρωσε και τα υπόλοιπα μέλη.
Ο Σκοτ, το προηγούμενο βράδυ είχε βγει με έναν φίλο του να πιει μερικά ποτά στο κέντρο του Λονδίνου. Κάτι που ήταν απολύτως φυσιολογικό για έναν rocker που βρίσκεται στο απόγειο της δόξας του. Άλλωστε, ο Σκοτ πάντα έπινε κάτι παραπάνω, αλλά χωρίς ποτέ να ξεφεύγει. Ο φίλος του στην αρχή τον οδήγησε στο σπίτι του, αλλά επειδή δεν σηκωνόταν, εκείνος πήγε σπίτι του και άφησε τον Σκοτ να κοιμηθεί στο αυτοκίνητο.
Το πρωί που σηκώθηκε είδε τον Μπον Σκοτ να πνίγεται από αναρρόφηση, λόγω της στάσης που είχε το κεφάλι του. Λίγο πριν φτάσει στο νοσοκομείο "Kings", o Μπον Σκοτ ξεψύχησε. Ήταν μόλις 33 χρονών.[10][11]

Η κατάκτηση της κορυφή

Πριν τον θάνατο του Μπον Σκοτ, οι αδερφοί Γιανγκ δούλευαν πάνω στο επόμενο άλμπουμ τους. Το μόνο που έλειπε ήταν τα φωνητικά. Μετά το τραγικό συμβάν σταμάτησαν τα πάντα και φρόντισαν να βρίσκονται κοντά στην οικογένεια του Σκοτ.
Οι γονείς του Σκοτ ήταν αυτοί που τους ενθάρρυναν ώστε το συγκρότημα να μην διαλυθεί. Άλλωστε και ο ίδιος ο Μπον Σκοτ δεν θα το ήθελε να συμβεί με αυτό τον τρόπο. Έτσι, με την ευλογία των γονιών του Σκοτ, ξεκίνησαν την αναζήτηση του επόμενου τραγουδιστή τους. Ο παραγωγός τους Ματ Λανγκ είχε αναφέρει το όνομα του Μπράιαν Τζόνσον από τους Geordie. Επίσης ένας οπαδός του συγκροτήματος από το Κλίβελαντ είχε στείλει γράμμα στους AC/DC και τους πρότεινε να ακούσουν τον Τζόνσον γράφοντας τους πως είναι ο κατάλληλος. Έτσι αποφάσισαν να τον δοκιμάσουν.
Στην ακρόαση ο Johnson ζήτησε να τραγουδήσει το "Nutbush City Limits" της Τίνα Τέρνερ και οι αδερφοί Γιανγκ το δικό τους "Whole Lotta Rosie". Στις 8 Απριλίου 1980, συμπληρώθηκαν πενήντα ημέρες από τον θάνατο του Μπον Σκοτ και οι AC/DC ανακοίνωσαν ως νέο τους τραγουδιστή τον Μπράιαν Τζόνσον.

Ο Κλιφ Ουίλιαμς το 1981

Μια απόφαση που εξέπληξε τους φίλους των AC/DC, ήταν να ηχογραφήσουν το επόμενό τους άλμπουμ στις Μπαχάμες. Έτσι στα μέσα Απριλίου το συγκρότημα μετακόμισε στην πόλη Νασσάου και στα "Compass Point Studios" όπου ξεκίνησαν να δουλεύουν για το έβδομο άλμπουμ τους.
Το ίδιο το συγκρότημα δικαιολόγησε αυτή την απόφαση με το ότι ήθελαν να είναι όλοι μαζί και να δουλεύουν όλοι μαζί, να μην επηρεάζονται από εξωτερικούς παράγοντες και να μπορεί και ο ίδιος ο Τζόνσον να προσαρμοστεί πιο γρήγορα. Και γι' αυτό, όταν τελείωσαν οι ηχογραφήσεις, πριν κυκλοφορήσουν το άλμπουμ έκαναν μια συναυλία ντεμπούτο για τον νέο τους τραγουδιστή, στοΒέλγιο.
Στα μέσα Ιουλίου του 1980, το συγκρότημα ξεκίνησε περιοδεία σε Η.Π.Α. και Καναδά για την προώθηση του νέου τους άλμπουμ, το οποίο κυκλοφόρησε σε ολόκληρο τον κόσμο στα μέσα Αυγούστου. Ο τίτλος του ήταν "Back In Black". Το μαύρο εξώφυλλο του είναι σημάδι πένθους για τον αδικοχαμένο Μπον Σκοτ, ενώ το τραγούδι "Have A Drink On Me" είναι επίσης αφιερωμένο στον μέχρι πρόσφατα τραγουδιστή του συγκροτήματος.
Μέχρι τον Νοέμβριο του 1980, το "Back In Black" είχε πουλήσει δέκα εκατομμύρια αντίτυπα σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι μάλιστα το δεύτερο άλμπουμ όλων των εποχών σε πωλήσεις με περισσότερα από 42 εκατομμύρια αντίτυπα σε ολόκληρο τον κόσμο μετά το "Thriller" του Μάικλ Τζάκσον, ενώ είναι το πρώτο σε πωλήσεις από συγκρότημα.[

Μια άσχημη δεκαετία

Η μεγάλη επιτυχία του "Back In Black" οδήγησε και το επόμενο άλμπουμ του συγκροτήματος στην κορυφή. Το "For Those About To Rock (We Salute You)" ηχογραφήθηκε τον Ιούλιο του 1981 και κυκλοφόρησε στις 23 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι μάλιστα το πρώτο άλμπουμ των AC/DC που έφτασε στο # 1 των αμερικάνικων τσαρτ, ενώ έφτασε στο # 3 στην Μεγάλη Βρετανία.
Σχεδόν ενάμιση χρόνο αργότερα το συγκρότημα επέστρεψε στις Μπαχάμες για να ηχογραφήσει το επόμενό του άλμπουμ και μάλιστα με δική του παραγωγή. Ο τίτλος του ήταν "Flick OF The Switch" και κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1983 σε ολόκληρο τον κόσμο.[14] Αυτό, που έκανε, όμως, εντύπωση ήταν ο διωγμός του ντράμερ Φιλ Ραντ. Βέβαια, οι σχέσεις του με τον Μάλκομ ήταν τεταμένες και ήταν θέμα χρόνου η απόλυση του, όταν μάλιστα ο Ραντ μην μπορώντας να ξεπεράσει τον χαμό του Σκοτ είχε ξεπέσει σε διάφορες ουσίες.[15]
Αντικαταστάτης του ήταν ο Άγγλος Σάιμον Ράιτ με θητεία στους Α ΙΙ Ζ.
Τον Οκτώβριο του 1984, το συγκρότημα ξεκίνησε και πάλι ηχογραφήσεις, αλλά παράλληλα κυκλοφόρησε και ένα ΕΡ με 5 τραγούδια, που είχαν ηχογραφήσει την περίοδο1974 - 1976 και είχε τίτλο "’74 Jailbreak". Στις 28 Ιουνίου κυκλοφόρησε το δεύτερο –και τελευταίο- άλμπουμ με παραγωγούς τα μέλη του συγκροτήματος. Το "Fly On The Wall" για πολλούς θεωρείται το χειρότερο άλμπουμ τους μέχρι σήμερα.

Nightstalker

Τον Μάρτιο του 1985, είχε ξεκινήσει μια σειρά δολοφονιών στο Λος Άντζελες των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία σταμάτησε μερικούς μήνες αργότερα με την σύλληψη του δράστη. Σε μια από τις δεκαέξι δολοφονίες στον τόπο του εγκλήματος βρέθηκε ένα καπέλο που είχε πάνω του ραμμένο το λογότυπο του συγκροτήματος. Ο υπεύθυνος της υπόθεσης είχε την ιδέα να δημοσιεύσει το καπέλο πιστεύοντας, πως θα βοηθούσε στην σύλληψη του δολοφόνου, αν εμφανιζόταν μάρτυρας ο οποίος θα γνώριζε κάποιον με συνήθεια να φοράει καπέλο AC/DC. Αυτό που βοήθησε τελικά, ήταν να δώσουν υλικό στους δημοσιογράφους ώστε να γεμίσουν τις σελίδες των εφημερίδων τους. Άρχισαν διάφορες συγκρίσεις σε εξώφυλλα και στίχους του συγκροτήματος με τον τρόπο, που ο Ρίτσαρντ Ραμίρεζ διέπραττε τις δολοφονίες του, αλλά και τα πεντάλφα που ζωγράφιζε στα σπίτια των θυμάτων του. Το χειρότερο ήταν όμως, πως στην σύλληψη του ο "Nightstalker" ισχυρίστηκε πως επηρεάστηκε από το τραγούδι "Night Prowler" των AC/DC. Οι στίχοι του τραγουδιού αναφέρονται σε παιδικές "αταξίες", όπως το να επισκέπτεσαι αργά το βράδυ την φιλενάδα σου όταν οι υπόλοιποι κοιμούνται. Ήταν μάλιστα η περίοδος που οι δημοσιογράφοι παρερμήνευσαν το AC/DC και έγραψαν, πως σημαίνει "Anti-Christ/Devil's Child". Και παρ' όλο που το συγκρότημα εξηγούσε την έμπνευση από την ραπτομηχανή της αδερφής τους, πάντα επέμεναν πως υπάρχει κάτι περισσότερο.[16]

P.M.R.C.

Μετά την υπόθεση Nightstalker ήρθε άλλο ένα πρόβλημα να αναστατώσει στο συγκρότημα. Το 1985, ιδρύθηκε το P.M.R.C (Parents Music Resource Center) από συζύγους βουλευτών του Αμερικάνικου Κογκρέσου με σκοπό την καταπολέμηση των άσεμνων στίχων από τραγούδια της rock μουσικής. Το P.M.R.C. με πρόεδρο την Τίπερ Γκορ (σύζυγος του Αλ Γκορ) "κυνήγησε" με μανία τους AC/DC κατηγορώντας τους συνεχώς για το περιεχόμενο των στίχων τους. Ένα από τα κομμάτια που είχαν στη λίστα τους είναι το "Let Me Put My Love Into You" από το "Back In Black".[17]

Maximum Overdrive

Ο Άνγκους Γιανγκ σε ζωντανή εμφάνιση

Ένας από τους καλύτερους συγγραφείς και σκηνοθέτες ταινιών τρόμου και δηλωμένος θαυμαστής των AC/DC, ο Στίβεν Κινγκ, ζήτησε από το συγκρότημα τραγούδια για την μουσική υπόκρουση της ταινίας του "Maximum Overdrive". Έτσι, τον Μάιο του 1986κυκλοφόρησε ο δίσκος "Who Made Who" έχοντας έξι τραγούδια από παλιότερες δουλειές του συγκροτήματος, όπως και τρία καινούργια κομμάτια, τα "Who Made Who", "D.T." και "Chase the Ace".

Η αποχώρηση του Malcolm

Το μόνο θετικό όλα αυτά τα χρόνια για το συγκρότημα των AC/DC ήταν οι sold out συναυλίες τους. Αλλά τα προβλήματα δεν σταμάτησαν. Τον Αύγουστο του 1987 το συγκρότημα ξαναμπήκε στο στούντιο για να αρχίσει τις ηχογραφήσεις του επόμενου του άλμπουμ, το οποίο κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1988 με τίτλο "Blow Up Your Video".
Κατά την διάρκεια, όμως, της περιοδείας για την προώθηση του δίσκου, ο Μάλκομ Γιανγκ αποχώρησε από το συγκρότημα λόγω προβλημάτων αλκοολισμού. Την θέση του στις περιοδείες πήρε ο ανιψιός του Στίβι Γιανγκ, ενώ ο Μάλκομ ξεκίνησε την απεξάρτηση του από το αλκοόλ με την βοήθεια των ανωνύμων αλκοολικών. Στο τέλος της περιοδείας αποχώρησε και ο ντράμερ Σάιμον Ράιτ για να συνεχίσει την καριέρα του στο συγκρότημα του Ρόνι Τζέιμς Ντίο με την ονομασία Dio.

Και πάλι στην κορυφή

Μετά την επιστροφή του Μάλκομ, το συγκρότημα άρχισε να δουλεύει στο επόμενο του άλμπουμ αφού πρώτα αντικατέστησε τον Ράιτ στην θέση του ντράμερ με τον Κρις Σλέιντ, ο οποίος είχε εμπειρία με γκρουπ όπως οι Uriah HeepGary Moore και άλλοι.[21] Με παραγωγό τον Μπρους Φέρμπερν και δουλεύοντας από τα τέλη του 1989μέχρι τον Ιούνιο του 1990, οι AC/DC κατάφεραν να φτιάξουν ένα άλμπουμ αντάξιο της ιστορίας τους. Το "The Razor's Edge" κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1990 και μέχρι τον Οκτώβριο είχε πουλήσει μόνο στις Η.Π.Α. τρία εκατομμύρια αντίτυπα και έχει φτάσει στη δεύτερη θέση των τσαρτ, ενώ σκαρφάλωσε στο # 4 στην Μεγάλη Βρετανία. Για τις ανάγκες του βίντεο κλιπ του κομματιού "Are You Ready", οι AC/DC ζήτησαν δέκα εθελοντές στους οποίους ενώ τους ξύριζαν τα μαλλιά τους θα γραφόταν στο κεφάλι τους το όνομα του συγκροτήματος. Προσφέρθηκαν πάνω από χίλια άτομα.[22]
Το συγκρότημα έχει φτάσει πια τα εξήντα εκατομμύρια σε πωλήσεις δίσκων παγκοσμίως, ενώ μόνο το "Back In Black" στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε πουλήσει περισσότερα από δέκα εκατομμύρια αντίτυπα.

Ο θάνατος ξαναχτυπά

Στις 18 Ιανουαρίου 1991, το πρόγραμμα της περιοδείας για την προώθηση του "The Razors Edge" έγραφε Γιούτα / Σολτ Λέικ Σίτι. Μόλις οι πόρτες άνοιξαν 13.000 θεατές έτρεξαν μπροστά για να πιάσουν όσο το δυνατόν καλύτερες θέσεις. Το αποτέλεσμα ήταν τρία άτομα να ποδοπατηθούν και να πεθάνουν από ασφυξία. Το συγκρότημα στην αρχή έμαθε το θάνατο ενός ατόμου. Ήταν έτοιμοι να σταματήσουν την συναυλία, αλλά οι υπεύθυνοι τους συμβούλεψαν να συνεχίσουν για να αποφύγουν τα χειρότερα. Στο τέλος της συναυλίας έμαθαν πως τα θύματα ήταν τρία.

Junior

Τον Οκτώβριο του 1992, οι AC/DC κυκλοφόρησαν το δεύτερο ζωντανά ηχογραφημένο τους άλμπουμ, που έχει τον τίτλο "AC/DC Live" και στις αρχές του 1993 έγιναν οι ηχογραφήσεις για το τραγούδι "Big Gun", το οποίο συμπεριλήφθηκε στο σάουντρακ της ταινίας "Last Action Hero" με πρωταγωνιστή τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ.
Το 1994 επεφύλασε κάτι ευχάριστο για τους φίλους του συγκροτήματος. Οι αδερφοί Γιανγκ ξεκινήσανε να δουλεύουν πάνω στο επόμενο άλμπουμ τους και κάλεσαν τον παλιό τους φίλο και πρώην ντράμερ του συγκροτήματος Φιλ Ραντ να παίξει μερικά κομμάτια μαζί τους. Τελικά ο Κρις Σλέιντ απολύθηκε και την θέση του πήρε ο Ραντ. Αυτή είναι και η τελευταία αλλαγή στο σχήμα του συγκροτήματος μέχρι και σήμερα.
Τον Οκτώβριο του 1994, το συγκρότημα άρχισε τις ηχογραφήσεις του επόμενου άλμπουμ του, το οποίο κυκλοφόρησε σχεδόν ένα χρόνο αργότερα με τίτλο "Ballbreaker".
Το προτελευταίο άλμπουμ των AC/DC έχει τίτλο "Stiff Upper Lip". Οι ηχογραφήσεις του έγιναν από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1999 και το άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2000. Το εξώφυλλο του άλμπουμ απεικονίζει ένα χρυσό άγαλμα του Άνγκους Γιανγκ. Το γκρουπ αποφάσισε να φτιάξει ένα τεράστιο άγαλμα για τις ανάγκες της περιοδείας του "Stiff Upper Lip". Η ονομασία του αγάλματος ήταν "Junior".

 
Από την συναυλία που έδωσαν οι AC/DC στις 28 Μαΐου 2009 στο ΟΑΚΑ

Black Ice

Στις 20 Οκτωβρίου 2008, κυκλοφόρησε το 15ο στούντιο άλμπουμ των AC/DC με τίτλο "Black Ice". Πρώτο σινγκλ του άλμπουμ είναι το "Rock 'n Roll Train" που κυκλοφόρησε στις 28 Αυγούστου 2008. Το συγκρότημα μάλιστα έκανε διαγωνισμό για 150 φίλους του που θα συμμετείχαν στο βίντεο κλιπ.[27]
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα των AC/DC, το "Black Ice" στην πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του πούλησε πάνω από 780.000 αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και έφθασε στο # 1 σε 29 χώρες. Επίσης σύμφωνα με το Billboard, το άλμπουμ είναι # 1 στο Top-200, # 1 στα πιο περιεκτικά άλμπουμ και # 1 στις κατηγορίες "Top Rock", "Top Pop" και "Top Internet" άλμπουμ για την εβδομάδα μέχρι 8 Νοεμβρίου 2008. Την εβδομάδα από τις 3 έως τις 9 Νοεμβρίου 2008, το "Black Ice" ήταν # 1 σε πωλήσεις στηνΕλλάδα και έγινε χρυσό.

Νέα άλμπουμ

Ζητήθηκε από το συγκρότημα να γίνουν το βασικό γκρουπ για το σάουντρακ της ταινίας "Iron Man 2". Στις 19 Απριλίου 2010 κυκλοφόρησε το άλμπουμ "Iron Man 2" το οποίο περιείχε 15 τραγούδια του συγκροτήματος από παλαιότερες δουλειές ενώ βασικό κομμάτι της ταινίας ήταν το "Shoot to Thrill" από το "Back In Black".
Στα πλαίσια της παρουσίασης του DVD "Live at River Plate" που έγινε στις 6 Μαΐου στο "Hammersmith Apollo" του Λονδίνου στην Αγγλία, ο Άνγκους Γιανγκ ανέφερε πως υπάρχουν σκέψεις να κυκλοφορήσουν οι AC/DC νέο άλμπουμ μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.[30] Τελικά στις 20 Νοεμβρίου 2012 κυκλοφόρησαν το "Live at River Plate" που περιέχει κομμάτια από την εμφάνιση τους στο "River Plate Stadium" του Μπουένος Άιρες, στις 4 Δεκεμβρίου 2009